27 Νοεμβρίου 2016

Η ίδρυση και δραστηριότητα Περιφερειακών Ευρωπαϊκών Οργανισμών για την ρύθμιση της ασφάλειας των κοινοτικών αερομεταφορών.



Με την Σύμβαση των Βρυξελλών που υπεγράφη το έτος 1960, ιδρύθηκε στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), η Ευρωπαϊκή Οργάνωση για την Ασφάλεια της Εναερίου Κυκλοφορίας, για την οποία γίνεται η χρήση του όρου «EUROCONTROL».


Ο εν λόγω ευρωπαϊκός οργανισμός ευθύς εξαρχής επιφορτίσθηκε με αρμοδιότητες που αποσκοπούσαν στην ανάπτυξη, επίβλεψη και περαιτέρω ενδυνάμωση των ενδο – κοινοτικών εκείνων υπηρεσιών άσκησης ελέγχου που θα καθιστούσαν εύρυθμη την λειτουργία της εναερίου κυκλοφορίας των αεροσκαφών, αναφορικά με τον εναέριο χώρο που εκτείνεται πάνω από τα 25.000 πόδια, όπως στην ανάπτυξη μίας στενής συνεργασίας με τα κράτη – μέλη για την άσκηση ελέγχου στον εναέριο χώρο που εκτείνεται κάτω από τα 25.000 πόδια.

Στα πλαίσια μίας συντονιστικής ευρωπαϊκής συνδιάσκεψης που πραγματοποιήθηκε στο Στρασβούργο της Γαλλίας το έτος 1954, με αντικείμενο εργασιών την ανάπτυξη του τομέα των ευρωπαϊκών αεροπορικών μεταφορών (ενδο - κοινοτικές αερομεταφορές που εκτελούνται από κοινοτικούς αερομεταφορείς από, προς και εντός της εδαφικής επικράτειας της ΕΕ και κατ' επέκταση των κρατών - μελών της), ιδρύθηκε με απόφαση του ICAO (International Civil Aviation Organization), η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Πολιτικής Αεροπορίας, για την οποία γίνεται η χρήση του όρου «CEAC» (πλέον έχει μετονομαστεί σε ECAC, ήτοι European Civil Aviation Conference), η οποία εδρεύει στο Παρίσι και η οποία διαδραματίζει ενεργό ρόλο στον τομέα των αερομεταφορών. Η ECAC συνεργάζεται στενά με τον Διεθνή Οργανισμό Πολιτικής Αεροπορίας (ICAO), συμβάλλοντας στην εξέλιξη των αεροπορικών μεταφορών εντός της ΕΕ και κατ' επέκταση των κρατών μελών της, ενώ έχει την δυνατότητα να συμμετέχει ενεργά στη κατάρτιση προ - σχεδίων που αφορούν σε διεθνείς αεροπορικές συμβάσεις.                   

Ωστόσο παρά το γεγονός ότι εξελισσόταν με ραγδαίους ρυθμούς η πραγμάτωση μίας ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς,  στην οποία θα εφαρμόζονταν κοινοί εμπορικοί κανόνες δικαίου για όλα τα κράτη – μέλη, διαπιστώνει κανείς ότι ορισμένοι τομείς, καθοριστικής σημασίας για την ανάπτυξη της οικονομίας της ΕΕ και για τα κράτη – μέλη της αντίστοιχα, εμφάνιζαν μία καθ’ όλα αδικαιολόγητη στασιμότητα, καθότι δεν είχε σημειωθεί καμία σημαντική πρόοδος και συστηματική ανάπτυξη στους εν λόγω τομείς. 

Αναλυτικότερα, στον τομέα της αεροπορικής ασφάλειας, η μοναδική σχετική υποδομή που υπήρχε και μάλιστα επί σειρά ετών ήταν η άτυπη συνεργασία μεταξύ διάφορων κρατών - μελών αποκλειστικά και μόνο σε διοικητικό επίπεδο. Επί παραδείγματι, οι JAA (Joint Aviation Authorities) ήσαν αεροπορικές διοικητικές υπηρεσίες που εκπονούσαν κανόνες με την μορφή JAR (δηλαδή Joint Aviation Requirements), οι οποίοι όμως στην πραγματικότητα απεδείχθησαν καθ' όλα ανεπαρκείς για να καλύψουν όλες τις παραμέτρους του τομέα της αεροπορικής ασφάλειας. Το αντικείμενο των κανόνων αυτών ήταν κατεξοχήν θέματα αποκλειστικά τεχνικής φύσεως, όπως η μελέτη και κατασκευή των αεροσκαφών (κανόνες αεροναυπηγικής), η  εκμετάλλευση και συντήρησή τους καθώς και η χορήγηση πιστοποιητικών δυνατότητας εκτέλεσης πτήσεων. 

Στόχος της Ε.Ε. υπήρξε η προώθηση των προδιαγραφών εκείνων που απαιτούνταν για την ασφάλεια στην εκτέλεση των αερομεταφορών καθώς και η ανάπτυξη του κλάδου της ευρωπαϊκής αεροπορίας απέναντι στον ανταγωνισμό με τις ΗΠΑ που είχαν ήδη σημειώσει σημαντική πρόοδο και εξέλιξη στον τομέα της αεροπορικής ασφάλειας. Αρχικά, σε τεχνικό επίπεδο η Κοινότητα δεν προχώρησε τότε πέρα από τους κανόνες που εφάρμοζαν οι ανωτέρω υπηρεσίες (JAA) στον τομέα της αεροναυπηγικής. Απλώς χρησιμοποίησε μέρος των προδιαγραφών που προέβλεπαν οι κανόνες αυτοί (JAR) σαν βάση κάποιας πολιτικής που θα εφάρμοζε στη συνέχεια στον τομέα της αεροπορικής ασφάλειας. Βήματα αποφασιστικά σημειώθηκαν κατά το έτος 1994 και ιδίως το έτος 1996, μετά το αεροπορικό ατύχημα που συνέβη στη Δομινικανή Δημοκρατία με 176 θύματα πολίτες της Ε.Ε. 

Ειδικότερα, στο πεδίο της αεροπορικής ασφάλειας, η πολιτική που ακολουθούσε η Ε.Ε. στηριζόταν στις αρχές διερεύνησης αεροπορικών ατυχημάτων και συμβάντων με βάση τους κανόνες του ICAO, στον έλεγχο τήρησης των κανόνων ασφαλείας του ICAO και στην διαδικασία αξιολόγησης της ασφάλειας αεροσκαφών τρίτων χωρών που χρησιμοποιούσαν κοινοτικά αεροδρόμια. Κατά συνέπεια οι κανόνες τήρησης ασφαλείας των πτήσεων που εκτελούνταν στον Ευρωπαϊκό Ουρανό δεν αφορούσαν μόνο τα αεροσκάφη εκείνα των οποίων η εθνικότητα προερχόταν αποκλειστικά από κράτος – μέλος της Ε.Ε., αλλά και εκείνα που προέρχονταν από τρίτες χώρες πάντοτε όμως με εκτέλεση δρομολογίων από, προς και εντός της εδαφικής επικράτειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το επόμενο σημαντικό βήμα που σημειώθηκε στον τομέα της αεροπορικής ασφάλειας εντός της ΕΕ ήταν η ανάληψη της πρωτοβουλίας για την ίδρυση ενός νέου ευρωπαϊκού οργανισμού ή κοινοτικού φορέα, επιφορτισμένου αποκλειστικά με ζητήματα ασφαλείας. Τον Σεπτέμβριο του 2003 ιδρύθηκε ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Ασφάλειας της Αεροπορίας, εφεξής εν συντομία EASA (European Aviation Safety Agency), ο οποίος διαδραματίζει πλέον καθοριστικό ρόλο για ζητήματα που αφορούν στην αεροπορική ασφάλεια. Όσον αφορά τους κανόνες που εφαρμόζουν οι ενωμένες διοικητικές αεροπορικές υπηρεσίες (JAA), εκείνοι εφαρμόζονται ακόμα και σήμερα, ωστόσο ο ρόλος των εν λόγω διοικητικών αρχών περιορίστηκε αποκλειστικά στην συνεργασία τους με την EASA στα πλαίσια τηρήσεως κοινής συμφωνίας τους.

Ο τομέας εκείνος που έχρηζε επίσης προσοχής και συστηματικής ρύθμισης ήταν η διαχείριση του ενιαίου ευρωπαϊκού εναερίου χώρου ή υπό άλλον όρο του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού (ΕΕΟ), ο οποίος άρχισε να εφαρμόζεται από τις 20 Απριλίου 2004. Η Ε.Ε. υιοθέτησε εν προκειμένω δύο αρχές, την αρχή για την δημιουργία ενός φορέα με εξουσία λήψης αποφάσεων και εξασφάλισης της εφαρμογής τους στον τομέα αυτό, καθώς και την αρχή για την εξεύρεση μίας λύσης σε επίπεδο ευρωπαϊκό. O προαναφερθείς ενδοκοινοτικός περιφερειακός οργανισμός «ΕUROCONTROL», προϋπήρχε ως επίσημος φορέας για την τήρηση της ασφάλειας των ενδο – κοινοτικών αεροπορικών μεταφορών, για τον λόγο αυτό η Ε.Ε. έκρινε ότι δεν απαιτείται η ίδρυση ενός νέου φορέα στους κόλπους της, με αρμοδιότητες επάνω σε ζητήματα ευρωπαϊκής αεροπορικής ασφάλειας. Για τον λόγο αυτό η Ε.Ε. δρομολόγησε την ενίσχυση του ρόλου και των αρμοδιοτήτων του εν λόγω Οργανισμού στον τομέα αυτό. 

Κατά το έτος 1999 υπογράφτηκε σχετικό πρωτόκολλο, σύμφωνα με το οποίο ο «EUROCONTROL» έχει αποκτήσει πιο διευρυμένες αρμοδιότητες, αλλά και την εξουσία να θέτει πλέον τους δικούς του κανόνες, καθώς και πρότυπα αεροπορικής ασφάλειας (Εurocontrol Standards) που τα κράτη – μέλη της Ε.Ε. υποχρεούνται να τηρούν και να εφαρμόζουν.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου