27 Νοεμβρίου 2016

Εννοιολογική προσέγγιση στην «διεθνή» αεροπορική μεταφορά επιβατών, αποσκευών και εμπορευμάτων



Η αεροπορική μεταφορά προσδιορίζεται στη μεταφορά εκείνη των επιβατών και των αποσκευών τους, καθώς και σε εκείνη των εμπορευμάτων (αεροπορικό φορτίο / air cargo), η οποία εκτελείται με αεροσκάφος, έναντι καταβολής συμφωνημένης αμοιβής, άλλως ορισμένου χρηματικού αντιτίμου που καταβάλλεται στον αερομεταφορέα προς εκτέλεση της συμφωνημένης αερομεταφοράς. Το σύνολο των διεθνών αερομεταφορών ρυθμίζεται από την Διεθνή Σύμβαση του Μόντρεαλ (1999) και το Σύστημα Κανόνων της Βαρσοβίας (1929), ενώ στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ενωσιακού Δικαίου, οι κοινοτικές αερομεταφορές επιβατών και αποσκευών ρυθμίζονται από την ΔΣ του Μόντρεαλ (1999) και από ένα υποσύνολο ευρωπαϊκών κανονισμών (βλ. σχετικά ΚανΕK 261/2004 περί δικαιωμάτων επιβατών κλπ). Αναφορικά με την κοινοτική αερομεταφορά εμπορευμάτων, εκείνη εξακολουθεί να ρυθμίζεται από το εθνικό δίκαιο των κρατών - μελών της ΕΕ (στην Ελλάδα βλ. σχετικά Κώδικα Αεροπορικού Δικαίου).

Στη συναλλακτική πρακτική, το πρόσωπο του αερομεταφορέα διακρίνεται αφ' ενός στον συμβατικό αερομεταφορέα, δηλαδή στο πρόσωπο εκείνο που εμφανίζεται στις συναλλαγές που καταρτίζει απευθείας την άτυπη σύμβαση αεροπορικής μεταφοράς με τον αντισυμβαλλόμενό του, επιβάτη ή αποστολέα του εμπορεύματος υπέρ του παραλήπτη του εμπορεύματος (σύμβαση υπέρ τρίτου). Αφ' ετέρου στον πραγματικό αερομεταφορέα, δηλαδή στο πρόσωπο εκείνο που δεν εμφανίζεται μεν στις συναλλαγές, οπότε και ο αντισυμβαλλόμενος δεν γνωρίζει απευθείας το πρόσωπό του, έχει συμφωνήσει δε με τον συμβατικό αερομεταφορέα να εκτελέσει εκείνος ολόκληρη ή τμήμα της συμφωνημένης αερομεταφοράς. Σε κάθε περίπτωση με τις διεθνείς αεροπορικές συμβάσεις καθορίζεται σύστημα συνευθύνης τόσο για τον συμβατικό όσο και για τον πραγματικό αερομεταφορέα, όσον αφορά τον πρώτο, εκείνος ευθύνεται για ολόκληρη την συμφωνημένη αερομεταφορά, όσον αφορά τον δεύτερο, εκείνος ευθύνεται για ολόκληρη ή για τμήμα μόνο της συμφωνημένης αερομεταφοράς. 

Η καταβολή του χρηματικού αντιτίμου, όπως και η κατάρτιση της σύμβασης αεροπορικής μεταφοράς στο σύνολό της, αποδεικνύονται σε κάθε περίπτωση με την έκδοση του αεροπορικού εισιτηρίου για τον επιβάτη και τις καταγεγραμμένες αποσκευές του ή με την έκδοση της αεροπορικής φορτωτικής για τα εμπορεύματα. Οι παραπάνω αποδεικτικοί τίτλοι εκδίδονται πλέον ηλεκτρονικά στα πλαίσια εκσυγχρονισμού των διεθνών συναλλακτικών σχέσεων και του φαινομένου της παγκοσμιοποίησης, ενώ παράγουν απόδειξη prima facie, άλλως απόδειξη εκ πρώτης όψεως, όπως αναλύεται ειδικότερα σε άλλο σχετικό άρθρο μου (βλ. περί παραδοσιακής έγχαρτης φορτωτικής, περί ηλεκτρονικής αεροπορικής φορτωτικής, περί HAWB - MAWB, flightlawsgr.blogspot.com, Dominiki Vasiliki Gaki).

Ειδικότερα, η συμφωνημένη αεροπορική μεταφορά επιβατών, αποσκευών και εμπορευμάτων εκτελείται γεωγραφικά δυνάμει συμφωνίας, είτε μεταξύ δύο ή περισσοτέρων σημείων που ευρίσκονται στο έδαφος του ιδίου κράτους, είτε μεταξύ δύο ή περισσοτέρων σημείων που βρίσκονται στο έδαφος δύο τουλάχιστον ξεχωριστών κρατών. Ενδεχομένως, στη σύμβαση αεροπορικής μεταφοράς να έχει συμφωνηθεί προσγείωση και απογείωση του αεροσκάφους ακόμα και σε ενδιάμεσο σημείο στάθμευσης, το οποίο βρίσκεται στο έδαφος τρίτου ξεχωριστά κράτους. Η κοινοτική αερομεταφορά επιβατών, αποσκευών και εμπορευμάτων, εκτελείται από, προς και εντός της εδαφικής επικράτειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπερ σημαίνει από ή προς σημείο που βρίσκεται στο έδαφος ενός τουλάχιστον κράτους - μέλους της ΕΕ.  

Ακολούθως, ο νομικός όρος που χρησιμοποιείται στη συναλλακτική πρακτική της «διεθνούς» αερομεταφοράς, σημαίνει την κάθε μεταφορά η οποία συμφωνείται μεταξύ των μερών, σύμφωνα με το Σύστημα Κανόνων της Βαρσοβίας (1929) και την Σύμβαση του Μόντρεαλ (1999), να εκτελείται όταν ο τόπος αναχώρησης του αεροσκάφους και ο τόπος προορισμού του, βρίσκονται είτε στο έδαφος δύο τουλάχιστον συμβαλλομένων κρατών - μερών (νοείται ότι τα κράτη αυτά έχουν προσχωρήσει στις παραπάνω διεθνείς αεροπορικές συμβάσεις), είτε στο έδαφος ενός μόνο συμβαλλόμενου κράτους - μέρους, ακόμα και εάν συμφωνήθηκε σημείο στάθμευσης του αεροσκάφους εντός της εδαφικής επικράτειας άλλου κράτους, όπου το κράτος αυτό δεν είναι συμβαλλόμενο κράτος - μέρος στις διεθνείς αεροπορικές συμβάσεις.

Κατά συνέπεια, η αεροπορική μεταφορά επιβατών, αποσκευών και εμπορευμάτων είναι διεθνής, εφόσον η μεταφορά συμφωνείται (κατά κανόνα χωρίς σταθμούς), από αφετηρία ευρισκόμενη σε ένα κράτος με προορισμό την προσγείωση σε έδαφος άλλου κράτους ή ακόμα και εάν η συμφωνημένη αερομεταφορά περιλαμβάνει ενδιάμεσους σταθμούς προσγείωσης και απογείωσης, η αφετηρία του αεροσκάφους πρέπει να βρίσκεται τουλάχιστον στο έδαφος ενός κράτους, ενώ ο τελικός προορισμός στο έδαφος ξεχωριστού κράτους. 

Στις Διεθνείς Συμβάσεις Βαρσοβίας (1929) και Μόντρεαλ (1999), ρυθμίζεται αποκλειστικά και μόνον η διεθνής εναέρια μεταφορά επιβατών και πραγμάτων (αποσκευές/εμπορεύματα), ενώ δεν ρυθμίζονται άλλου είδους έννομες σχέσεις, όπως επί παραδείγματι η ναύλωση ή η μίσθωση αεροσκάφους.  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου